Συγγραφέας: Αναστάσιος Μόρτογλου
 
Λορκασερίνη
(Lorcaserin, με εμπορικό όνομα στις ΗΠΑ Belviq)

IUPAC: (1R)8-chloro-1-methyl-2,3,4,5-tetrahydro-1H-3-benzazepine
 

Πρόσφατα, εγκρίθηκε από τον οργανισμό φαρμάκων των ΗΠΑ ένα νέο φάρμακο για τη θεραπεία της παχυσαρκίας, η λορκασερίνη.

Η λορκασερίνη μειώνει τη πρόσληψη τροφής μέσω εκλεκτικής ενεργοποίησης των 2C υποδοχέων της σεροτονίνης (5-HT2C) στους ανορεξιογόνους νευρώνες της προ-οπιο-μελανοκορτίνης του υποθαλάμου, αλλά δεν επηρεάζει τον ενεργειακό μεταβολισμό.
 
Το σεροτονινεργικό σύστημα του κεντρικού νευρικού συστήματος αποτελούσε και από ότι φαίνεται αποτελεί ακόμα, κύριο στόχο ανορεξιογόνων φαρμάκων. Τα παλαιότερα από αυτά, η φενφλουραμίνη και η ντεξφενφλουραμίνη, αποσύρθηκαν λόγω σημαντικών παρενεργειών (πνευμονική υπέρταση και βαλβιδοπάθειες). Οι φαρμακευτικές αυτές ουσίες ήταν μη-ειδικοί αγωνιστές των υποδοχέων της σεροτονίνης, με αποτέλεσμα και μέσω της παράλληλης διέγερσης των 2α και 2β υποδοχέων να έχουμε σε αρκετές γνωστές περιπτώσεις μυοκαρδιοπάθειας και βαλβιδοπάθειας (αλλά και πολλές άγνωστες). Αντίθετα, οι υποδοχείς 2c της σεροτονίνης όπου δρα η λορκασερίνη, εκφράζονται αποκλειστικά στο ΚΝΣ και έτσι αποφεύγονται σε μεγάλο βαθμό οι παρενέργειες από την καρδιά και τα αγγεία.
 
 

Ένα νεότερο φάρμακο (που ακόμα κυκλοφορεί σε μερικές χώρες με άλλο όνομα) είναι η σιμπουτραμίνη-Reductil, που η δράση της οφείλεται στην αναστολή επαναπρόσληψης της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης και έτσι, πλέον της ανορεκτικής της δράσης, αύξανε και τον ενεργειακό μεταβολισμό. Ακριβώς όμως και λόγω της αδρενεργικής της δράσης, η ουσία αυτή είχε δυνητικά την πιθανότητα εμφάνισης παρενεργειών από το καρδιο-αγγειακό σύστημα, όπως υπέρταση, αρρυθμίες, στεφανιαία συμβάματα κα.
 

Αποτελεσματικότητα

Σύμφωνα με τους κανόνες του FDA, ένα φάρμακο κατά της παχυσαρκίας θεωρείται δραστικό αν μετά από 1 χρόνο θεραπείας
1. η διαφορά στη μέση απώλεια βάρους μεταξύ δραστικού και εικονικού φαρμάκου είναι τουλάχιστον 5% και στατιστικά σημαντική
2. Το 35% τουλάχιστον των θεραπευόμενων με το δραστικό φάρμακο να έχει χάσει τουλάχιστον το 5% του αρχικού σωματικού βάρους, το ποσοστό αυτό να είναι διπλάσιο από αυτό των παχύσαρκων που λάμβανε εικονικό φάρμακο και η διαφορά να είναι στατιστικά σημαντική.
3. Βελτίωση των μεταβολικών παραμέτρων που συχνά συνυπάρχουν στα παχύσαρκα άτομα, όπως υπέρταση, ινσουλινοαντίσταση, διαβήτης, δυσλιπιδαιμία και αύξηση της περιμέτρου της μέσης.
Η λορκασερίνη οριακά κάλυψε αυτά τα κριτήρια και έτσι πήρε άδεια κυκλοφορίας.

Είναι πάντως εντυπωσιακό το πόσο μικρή απώλεια είναι αρκετή για να θεωρηθεί ένα φάρμακο δραστικό: 5% του αρχικού βάρους μετά από 1 χρόνο θεραπείας και μάλιστα μόλις στον 1 από τους 3 θεραπευόμενους. Αυτό δείχνει για μια ακόμα φορά πόσο ανθεκτική είναι η παχυσαρκία στη φαρμακευτική θεραπεία!

Ενδείξεις: Παχύσαρκα άτομα, δηλ. με ΔΜΣ >30 κλ/μ2 ή υπέρβαρα με ΔΜΣ >27 και 1 τουλάχιστον συνυπάρχουσα νοσηρότητα που να απορρέει από την παχυσαρκία, όπως διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, δυσλιπιδαιμία, υπέρταση, αποφρακτική άπνοια κτλ.
Δοσολογία: 10 mg κάθε 12 ώρες ανεξάρτητα από τα γεύματα. Η θεραπεία θα πρέπει να διακόπτεται αν μετά από 3 μήνες θεραπείας δεν έχει χάσει κάποιος τουλάχιστον το 5% του αρχικού βάρους.
Αντενδείξεις: Κύηση, προχωρημένη νεφρική ανεπάρκεια (clearance Creatinine <15 ml/min), προχωρημένη ηπατική ανεπάρκεια (Child-Pugh score >9).
 
 
Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα
Η λορκασερίνη είναι μερικός αναστολέας του ενζύμου CYP2D6 και έτσι υπάρχουν αρκετά φάρμακα που αλληλεπιδρούν σε άλλοτε άλλο βαθμό με αυτή.

Σοβαρές αλληλεπιδράσεις που απαγορεύουν τη συγχορήγηση:
Almotriptan, amitriptyline, bupropion, buspirone, citalopram, clomipramine, desipramine, doxepin, duloxetine, eletriptan, escitalopram, fluoxetine, fluvoxamine, frovatriptan, imipramine, isocarboxazid, isoniazid, l-tryptophan, Linezolid, lithium, Meperidine, milnacipran, mirtazapine, naratriptan, nefazodone, nortriptyline, paroxetine, perphenazine, phenelzine, protriptyline, rasagiline, rizatriptan, selegiline, selegiline TTS, sertraline, st john's wort, sumatriptan, tramadol, tranylcypromine, trazodone, venlafaxine, vilazodone, ziprasidone, zolmitriptan

Σημαντικές αλληλεπιδράσεις που απαιτούν στενή παρακολούθηση:
Amitriptyline, amoxapine, aripiprazole, atomoxetine, betaxolol, captopril, carvedilol, chloroquine, chlorpromazine, cinacalcet, Citalopram, clomipramine, codeine, desipramine, doxepin, doxorubicin, duloxetine, lecainide, fluoxetine, fluphenazine, fluvoxamine, haloperidol, iloperidone, imipramine, maprotiline, metaxalone, methamphetamine, metoprolol, mirtazapine, moclobemide, nebivolol, nefazodone, nortriptyline, paroxetine, perphenazine, pindolol, procainamide, promethazine, propafenone, propranolol, protriptyline, risperidone, ritonavir, sertraline, tamoxifen, thioridazine, timolol και timolol coll, tolterodine, tramadol, trimipramine,venlafaxine
 

Ανεπιθύμητες δράσεις
Πονοκέφαλος (16.8%), Λοίμωξη αναπνευστικού (13.7%), Ρινοφαρυγγίτις (13%), Ναυτία και ζάλη (8.5%), Κόπωση (7.2%), Διάρροια (6.5%), Ουρολοίμωξη (6.5%), Οσφυαλγία (6.3%), Δυσκοιλιότης (5.8%), Ξηροστομία (5.3%), Έμετος (3.8%), Εξάνθημα (2.1%), Μυοσκελετικοί πόνοι (2%).

Οι παχύσαρκοι ασθενείς που λαμβάνουν λορκασερίνη θα πρέπει να παρακολουθούνται για συμφορητική μυοκαρδιοπάθεια, βαλβιδοπάθεια, βραδυκαρδία και πνευμονική υπέρταση αν και οι πιθανότητες για τις παρενέργειες αυτές είναι πολύ λίγες.

Επίσης, χρειάζεται προσοχή για πιθανή εμφάνιση μεταβολών της διάθεσης, της συμπεριφοράς ή και σκέψεων για αυτοκτονία. Σε διαβητικούς υπό θεραπεία μπορεί να εμφανιστούν υπογλυχαιμίες γιαυτό και χρειάζεται έγκαιρη προσαρμογή των αντιδιαβητικών δισκίων ή της ινσουλίνης.

Σε άνδρες με νοσήματα που προδιαθέτουν, όπως η δρεπανοκυτταρική αναιμία, το πολλαπλούν μυέλωμα και η λευχαιμία, μπορεί να εμφανιστεί πριαπισμός.

Άλλες σπανιότερες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η λευκοπενία και η υπερπρολακτιναιμία.
 
 
Αναστάσιος Μόρτογλου,
Ενδοκρινολόγος,
Διευθυντής Τομέα Ενδοκρινολογίας, Διαβήτη και Μεταβολισμού
Ιατρικό Κέντρο Αθηνών