Συγγραφέας: Δρ. Αιμιλία Παπακωνσταντίνου, Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, Λέκτορας Διατροφής και Μεταβολισμού, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πολλοί έχουν αναρωτηθεί για το εάν υπάρχει σχέση ανάμεσα στο έντονο στρες, την παχυσαρκία και τη διατροφή. Σήμερα υπάρχει έντονη ερευνητική δραστηριότητα για την εύρεση αυτής της απάντησης. Πολλά άτομα αυξάνουν τη διατροφική τους πρόσληψη, ακόμα και όταν δε νιώθουν το αίσθημα της πείνας, όταν βρίσκονται κάτω από συνθήκες έντονου στρες. Τροφές πλούσιες σε λίπος, όπως τα γλυκά, οι σοκολάτες, τα παγωτά, τα τσιπς κ.α. είναι οι πιο συχνές επιλογές. Η υπερκατανάλωση τέτοιων τροφών όμως μπορεί να οδηγήσει σε παχυσαρκία, αντίσταση στην ινσουλίνη, κατάθλιψη και ακόμα περισσότερο στρες. Τι προκαλεί όμως αυτό το φαινόμενο? Το μόνο που γνωρίζουμε όλοι μας είναι ότι η παχυσαρκία και το στρες αποτελούν μάστιγες της εποχής μας.
Η συχνότητα της παχυσαρκίας λαμβάνει επιδημικές διαστάσεις παγκοσμίως, κυρίως εξαιτίας της επικράτησης του καθιστικού τρόπου ζωής και της διατροφής με τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος και θερμίδες. Με βάση το δείκτη μάζας σώματος το 40% των Ελλήνων (αντρών και γυναικών) είναι υπέρβαροι, ενώ το 20% των αντρών και το 52% των γυναικών ηλικίας 30-60 ετών είναι παχύσαρκοι. Οι επιπλοκές της παχυσαρκίας αποτελούν σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας του πληθυσμού, ενώ το οικονομικό φορτίο της θεραπείας τους για την κοινωνία είναι τεράστιο. Τα τελευταία χρόνια, καλά σχεδιασμένες μελέτες έχουν υποδείξει ότι η παχυσαρκία αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου για πολλές παθήσεις, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2.
Υπάρχουν δυο είδη παχυσαρκίας, η κεντρική και η περιφερική. Η κεντρική παχυσαρκία χαρακτηρίζεται από αυξημένο ενδοκοιλιακό λίπος, ενώ η περιφερική από αυξημένο λίπος κυρίως στην περιοχή των γλουτών. Η σημαντική διαφορά αυτών των δυο ειδών έγκειται στην κατανομή του σωματικού λίπους. Το αυξημένο ενδοκοιλιακό λίπος είναι ένας σημαντικός και ανεξάρτητος από την ολική παχυσαρκία, παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση υπερλιπιδαιμίας, υπέρτασης, καρδιαγγειακών νοσημάτων, εγκεφαλικού επεισοδίου και σακχαρώδους διαβήτη.
Πρόσφατες μελέτες έχουν αναγνωρίσει έναν επιπρόσθετο παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση της παχυσαρκίας, κυρίως της κεντρικής παχυσαρκίας, το στρες. Είναι γνωστό σε όλους ότι το έντονο στρες βλάπτει την υγεία. Το στρες ορίζεται ως μια δυσάρεστη κατάσταση φόβου ή έντασης που προετοιμάζει τον οργανισμό για φυγή από οτιδήποτε τον «τρομάζει». Όταν ο εγκέφαλος αντιληφθεί την παρουσία του στρες στέλνει σήματα στα επινεφρίδια του σώματος, τα οποία απελευθερώνουν μια σειρά ορμονών του στρες, όπως η κορτιζόλη. Ενώ κατά τη διάρκεια ενός οξέος επεισοδίου στρες οι αυξημένες ορμόνες του στρες αλληλεπιδρούν με τους υποδοχείς του εγκεφάλου και σταματούν το σύστημα, στην περίπτωση του χρόνιου ή έντονου στρες, οι ορμόνες του στρες είναι διαρκώς αυξημένες και εκπέμπουν ακόμη περισσότερα σήματα προς τα επινεφρίδια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση ακόμη περισσότερων ορμονών του στρες. Η υπερδιέγερση του συστήματος καταλήγει σε ένα φαύλο κύκλο με όλες τις αρνητικές συνέπειές του.
Αποτελέσματα πολλών μελετών έχουν υποδείξει ότι υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα στο χρόνιο στρες, την παχυσαρκία και το ενδοκοιλιακό λίπος. Μάλιστα σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες, η κοιλιακή παχυσαρκία συσχετίζεται με έντονες ψυχολογικές καταστάσεις, όπως η κατάθλιψη και το άγχος, και με κοινωνικές δυσκολίες, όπως η ανεργία και το διαζύγιο. Το φαινόμενο αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι η εκκρινόμενη λόγω του στρες κορτιζόλη τροφοδοτεί την εναπόθεση λίπους στην κοιλιά, αυξάνοντας το μέγεθος των λιποκυττάρων.
Ωστόσο το παράδοξο είναι κάτω από συνθήκες στρες επειδή ο οργανισμός χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τις ενεργειακές του αποθήκες θα έπρεπε να παρατηρείται απώλεια βάρους. Εντούτοις, αυτό δεν προκύπτει. Σειρά από πρόσφατες μελέτες υπέδειξαν ότι τα άτομα που είναι πιο ευάλωτα στο στρες έχουν μια μεγαλύτερη έκθεση στην κορτιζόλη. Πιο συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι τα παχύσαρκα άτομα είναι περισσότερο ευάλωτα στο χρόνιο στρες συγκριτικά με τα άτομα φυσιολογικού βάρους. Το έτος 2000 οι Epel και οι συνεργάτες της από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια των ΗΠΑ, υπέδειξαν ότι το αυξημένο στρες μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη αποθήκευση ενδοκοιλιακού λίπους τόσο σε παχύσαρκες όσο και σε λεπτές γυναίκες. Μελέτες που ακολούθησαν κατέδειξαν ότι πράγματι το στρες αυξάνει το ενδοκοιλιακό λίπος σε όλα τα άτομα ανεξάρτητα του βάρους τους. Έτσι δεν είναι πλέον ασύνηθες το φαινόμενο ατόμων φυσιολογικού βάρους με αυξημένο ενδοκοιλιακό λίπος.
Πολλοί έχουν αναρωτηθεί εάν υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στη διατροφή και την αυξημένη ευαισθησία των ατόμων στο στρες. Η απάντηση αυτή δόθηκε από μια σειρά πρόσφατων μελετών από την ερευνητική ομάδα της RuthHarris από το Πανεπιστήμιο της Γεωργίας των ΗΠΑ που κατέδειξε ότι υπάρχει άμεση σχέση της διατροφής με το στρες σε παχύσαρκα πειραματόζωα. Πιο συγκεκριμένα οι ερευνητές υπέδειξαν ότι η πρόσληψη υψηλής ποσότητας κορεσμένου λίπους, και όχι η παχυσαρκία, ευθύνεται για την αύξηση των επιπέδων της κορτιζόλης, η οποία κατ’επέκταση προκαλεί αύξηση του ενδοκοιλιακού λίπους. Δεδομένου ότι το ενδοκοιλιακό λίπος είναι ένα σημαντικό αίτιο νοσηρότητας και θνησιμότητας, τα αποτελέσματα αυτά είναι εξαιρετικής σημασίας, αφού δίνουν νέα ώθηση στις συμβουλές που δίνονται στον πληθυσμό για μείωση τόσο του κορεσμένου λίπους στη διατροφή όσο και για μείωση του καθημερινού στρες.
Ο γρήγορος τρόπος ζωής και οι σύγχρονες απαιτήσεις διαβίωσης κάνουν τη δεύτερη συμβουλή, μείωση του στρες, να φαίνεται ως ένας σχεδόν ακατόρθωτος στόχος. Εάν λοιπόν το διατροφικό λίπος, και κυρίως το κορεσμένο, αυξάνει το στρες σε ήδη ευάλωτα άτομα, ο στόχος για μείωσή του είναι εφικτός και θα είναι ευεργετικός για τη γενικότερη υγεία. Οι διατροφικές συστάσεις που δίνονται από τους οργανισμούς υγείας όσον αφορά στο ολικό λίπος είναι οι θερμίδες του να μην ξεπερνούν το 30-35%, ενώ το κορεσμένο λίπος να μην ξεπερνά το 7%, των συνολικών θερμίδων.
Η Ελληνική παραδοσιακή διατροφή θεωρείται ιδανική για την υγεία. Εντούτοις, οι Έλληνες ακολουθούν δίαιτα «δυτικού» τύπου που χαρακτηρίζεται από υψηλά ποσοστά λίπους. Οι διατροφικές επιλογές των Ελλήνων καθρεφτίζονται από τα δραματικά αυξημένα επίπεδα παχυσαρκίας τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά. Επιπρόσθετα, οι περισσότεροι Έλληνες δηλώνουν ότι ζουν κάτω από συνθήκες έντονου στρες. Η πρόληψη και αντιμετώπιση και των δυο αυτών σημαντικών προβλημάτων στηρίζεται εν μέρη στις αρχές μιας σωστής διατροφής που είναι η ποικιλία, η ισορροπία και το μέτρο. Είναι επιτακτική η ανάγκη για σωστή ενημέρωση και πρόληψη της παχυσαρκίας και του στρες και αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για τη δημόσια υγεία.
Βιβλιογραφία
1. Kapantais E, Tzotzas T, Ioannidis I, Mortoglou A, Bakatselos S, Kaklamanou M, Lanaras L, Kaklamanos I. First national epidemiological survey on the prevalence of obesity and abdominal fat distribution in Greek adults. Ann Nutr Metab. 2006;50(4):330-8.
2. Lean ME, Han TS, Seidell JC. Impairment of health and quality of life in people with large waist circumference. Lancet. 1998 Mar 21;351(9106):853-6.
3. Polonsky KS, Given BD, Van Cauter E. Twenty-four-hour profiles and pulsatile patterns of insulin secretion in normal and obese subjects. J Clin Invest. 1988 Feb;81(2):442-8.
4. Epel ES, McEwen B, Seeman T, Matthews K, Castellazzo G, Brownell KD, Bell J, Ickovics JR. Stress and body shape: stress-induced cortisol secretion is consistently greater among women with central fat. Psychosom Med. 2000 Sep-Oct;62(5):623-32.
5. Epel E, Lapidus R, McEwen B, Brownell K. Stress may add bite to appetite in women: a laboratory study of stress-induced cortisol and eating behavior. Psychoneuroendocrinology. 2001 Jan;26(1):37-49.
6. Legendre A, Papakonstantinou E, Roy MC, Richard D, Harris RB. Differences in response to corticotropin-releasing factor after short- and long-term consumption of a high-fat diet. Am J Physiol Regul Integr Comp Physiol. 2007 Sep;293(3):R1076-85.