Γεώργιος Γεωργαντόπουλος, Ψυχίατρος, Επιστημονικός Συνεργάτης Α’Ψυχιατρικής Κλινικής ΕΚΠΑ, Μονάδα Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής, Νοσοκομείο «Αιγινήτειο», Αθήνα
H παχυσαρκία αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως ένα σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας το οποίο, όπως υποδεικνύεται στην πράξη, δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις προσπάθειες περιορισμού του με τις υπάρχουσες στρατηγικές πρόληψης και θεραπείας. Η έως τώρα δυσκολία στην ανάπτυξη και την αποτελεσματική εφαρμογή αποτελεσματικών παρεμβάσεων για την παχυσαρκία εντοπίζεται στην πολυπλοκότητα των βαθύτερων αιτίων της τα οποία περιλαμβάνουν ατομικούς (βιολογικούς και ψυχολογικούς) και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η πολύπλευρη αιτιολογία της παχυσαρκίας οδηγεί στην ανάπτυξη θεωρητικών μοντέλων τα οποία καλούνται να ερμηνεύσουν κατά το δυνατόν καλύτερα το φαινόμενο, αλλά κυρίως, να οδηγήσουν σε αποτελεσματικότερες στρατηγικές αντιμετώπισής του. Ένα από αυτά ερμηνεύει την υπερβολική κατανάλωση φαγητού και την παχυσαρκία μέσω του φαινομένου του εθισμού σε τροφές, κατά αντιστοιχία με τα μοντέλα εθισμού σε ψυχοτρόπες ουσίες, βασισμένο σε ευρήματα κλινικά και νευροαπεικονιστικά, καθώς και σε παρατηρήσεις σε επίπεδο συμπεριφοράς.
Από εξελικτική σκοπιά θα πρέπει αρχικά να δεχθούμε πως η επεξεργασία της τροφής, διαδικασία που ενισχύθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, ενώ αρχικά προσέδιδε ένα εξελικτικό πλεονέκτημα, καθώς εξελίσσεται τελικά στοχοποιείται ως υπερβολική και βλαπτική. Αντίστοιχα με την παρασκευή ναρκωτικών ουσιών φυσικής προέλευσης, υπάρχουν τροφές υπερεπεξεργασμένες με υψηλά επίπεδα ζάχαρης, λίπους και άλατος. Η τροφή που ήταν κάποτε απαραίτητη για την επιβίωση έχει πάρει τη μορφή βρώσιμων προϊόντων που μπορεί να είναι βλαπτικά και δυνητικά εθιστικά. Εξετάζοντας κανείς τον αριθμό των άρθρων τα οποία έχουν δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά και περιέχουν στον τίτλο τον όρο «εθισμός» θα διαπιστώσει πως σε ό,τι αφορά τις ψυχοτρόπες ουσίες υπάρχει μία γεωμετρική αύξηση από το 1960 και μετά, ενώ μόλις μετά το 2000 εμφανίζονται άρθρα τα οποία περιγράφουν αφορά την εξάρτηση από τις τροφές.
Ο «εθισμός» ως όρος κατέχει ιδιαίτερη σημασία για τους ασθενείς, κλινικούς, ερευνητές και τους φορείς χάραξης πολιτικής δημόσιας υγείας. Ο όρος «εθισμός» δε συνδέθηκε αρχικά με τη χρήση ουσιών. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, ο όρος εθισμός συνδέθηκε ολοένα και περισσότερο με τη χρήση ουσιών, έτσι ώστε στην τροποποιημένη Τρίτη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας DSM-III-R (1987), ο όρος εθισμός συνόδευε τη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Στη συνέχεια ο όρος παραλείφθηκε από την επόμενη έκδοση, DSM-IV (1994), λόγω της φορτισμένης φύσης του (αντιληπτός ως υποτιμητικός ή στιγματιστικός). Λίγα χρόνια αργότερα, στην τροποποιημένη έκδοση DSM-IV-TR (2000) επίσης παραλείπεται και επικρατεί ο όρος «σχετιζόμενες με ουσίες διαταραχές». Στην τελευταία έκδοση,στο DSM-5 (2013) η χρησιμοποίηση του όρου «σχετιζόμενες με ουσίες και εθιστικές συμπεριφορές αντιπροσωπεύει μια σημαντική μεταβολή. Ο εθισμός στα τυχερά παιχνίδια συμπεριλήφθηκε σε αυτήν την κατηγορία και αυτή η ενσωμάτωση του όρου «εθιστική συμπεριφορά» αφήνει το μέλλον ανοικτό στην επίσημη αναγνώριση και άλλων εθιστικών συμπεριφορών, ίσως και για τον εθισμό στις τροφές.
Με τον όρο εθιστικές συμπεριφορές εννοούμε τις συμπεριφορές εκείνες που χαρακτηρίζονται από επανάληψη και αδυναμία διακοπής. Οι συμπεριφορές αυτές διέπονται από το τρίπτυχο: ανταμοιβή, μάθηση και επανάληψη. Επιπλέον, η παρουσία και άλλων παραγόντων όπως η δυνητικότητα εξάρτησης, η ενίσχυση της συμπεριφοράς, οι περιορισμοί στο περιβάλλον και η προσωπικότητα του ατόμου παίζουν καθοριστικό ρόλο στο να καταστεί μία συμπεριφορά εθιστική. Στη συζήτηση για την ύπαρξη εθιστικής συμπεριφοράς στην τροφή, είναι χρήσιμη η σύγκριση των νευροβιολογικών μηχανισμών με αυτούς που εμπλέκονται στη χρήση γνωστών ψυχοτρόπων ουσιών. Η κύρια νευρική οδός η οποία ενεργοποιείται εντοπίζεται στο μεσεγκέφαλο, συμπεριλαμβάνει τον επικλινή πυρήνα και αφορά στο νευροδιαβιβαστικό σύστημα ντοπαμίνης. Αυτοί οι νευρώνες έχουν επιδείξει επανειλημμένα την απελευθέρωση ντοπαμίνης ως απάντηση σχεδόν σε όλες τις ουσίες κατάχρησης. Η πρόσληψη τροφής έχει δείξει μια παρόμοια επίδραση στο ίδιο σύστημα, όμως τρεις έως πέντε φορές μικρότερης έντασης. Η απόκριση του εγκεφάλου στη λήψη τροφής περιλαμβάνει και πολλές άλλες νευροχημικές οδούς, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος οπιοειδών, των υποδοχέων κανναβινοειδών, και των νικοτινικών υποδοχέων, κοινών και στη λήψη ψυχοτρόπων ουσιών. Αυτή η μεγάλη επικάλυψη σε μηχανισμούς απόκρισης του εγκεφάλου μεταξύ τροφών και ψυχοτρόπων ουσιών καθιστά απαραίτητη την περεταίρω διερεύνηση.
|
Πίνακας 1. Διαταραχθείσες λειτουργείες του εγκεφάλου που εμπλέκονται στο συμπεριφορικό φαινότυπο του εθισμού και της παχυσαρκίας και οι περιοχές του εγκεφάλου οι οποίες αποτελούν το οργανικό υπόστρωμα αυτών (Τροποποιημένο από Volkow & O'Brien 2007) |
|
Εξασθενημένος ανασταλτικός έλεγχος | Προμετωπιαίος φλοιός |
Λήψη ψυχοτρόπων ουσιών | Πρόσθια έλικα του προσαγωγίου |
Ληψη τροφής | Πλάγιος κογχομετωπιαίος φλοιός |
Ενισχυμένη απόκριση ανταμοιβής | Επικλινής πυρήνας |
Στη λήψη ψυχοτρόπων ουσιών | Ραχιαία ωχρή σφαίρα |
Στη λήψη τροφής | Υποθάλαμος |
Μάθηση και εθισμός | Αμυγδαλοειδής πυρήνας |
Λήψη/ερεθίσματα ψυχοτρόπων ουσιών | Υποθάλαμος |
Ληψη/ερεθίσματα τροφής | Ραχιαίο ραβδωτό σώμα |
Ενισχυμένο κίνητρο | Μέσος κογχομετωπιαίος φλοιός |
Για λήψη ψυχοτρόπου ουσίας (εξάρτηση) | Ντοπαμινεργικοί πυρήνες στο μεσεγκέφαλο |
Για λήψη τροφής (παχυσαρκία) | Ραχιαίο ραβδωτό σώμα |
Συναισθηματική απάντηση | Αμυγδαλοειδής πυρήνας |
Κοιλιακή έλικα του προσαγωγίου |
Στις ενότητες που ακολουθούν θα αναφερθούμε σε όρους και καταστάσεις που αποτελούν τα βασικά κριτήρια ώστε να αναφερθεί μία ουσία ως εθιστική, επιχειρώντας ταυτόχρονα να αντιστοιχήσουμε ευρήματα από μελέτες σε παχύσαρκα άτομα.
Ευαισθητοποίηση
Η Ευαισθητοποίηση αναφέρεται στην ενίσχυση της επίδρασης της ίδιας ποσότητας ουσίας με διακοπτόμενη επανειλημμένη έκθεση σε αυτή. Σε μελέτη με υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά, ένας υποπληθυσμός επέδειξε φαινόμενα ευαισθητοποίησης στην τροφή. Σε μία άλλη μελέτη διαπιστώθηκε πως οι παχύσαρκοι είχαν υψηλότερη ευαισθησία στην ανταμοιβή από την ομάδα φυσιολογικού βάρους. Η διασταυρούμενη ευαισθητοποίηση εμφανίζεται όταν η επανειλημμένη έκθεση σε μία ουσία προκαλεί ευαισθητοποίηση και σε μία δεύτερη ουσία. Σε ένα μοντέλο διακοπτόμενης έκθεσης σε σακχαρόζη, διασταυρούμενη ευαισθητοποίηση στην αμφεταμίνη παρουσιάστηκε μετά από τρεις εβδομάδες διαλείπουσας χορήγησης διαλύματος σακχαρόζης 10%. Στο σύνολό τους αυτές οι μελέτες υποδεικνύουν ότι η τροφή μπορεί να προκαλεί ευαισθητοποίηση παρόμοια με τις ψυχοτρόπες ουσίες.
Ανοχή
Εμφανίζεται είτε σαν ανάγκη συνεχώς αυξανόμενης δόσης ώστε να επιτευχθεί η επιθυμητή επίδραση, είτε σαν εμφανής μειωμένη δράση με τη συνεχή χρήση της ίδιας δόσης της ουσίας. Από νευροβιολογική σκοπιά, η ανάπτυξη ανοχής οφείλεται μερικώς στη μειορύθμιση της κεντρικής σηματοδότησης ντοπαμίνης ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης σε ουσίες που ενεργοποιούν αυτή την οδό. Στην παχυσαρκία, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι παρατηρείται εξάντληση της σηματοδότησης ντοπαμίνης σε υπερφάγους και χαμηλότερη πυκνότητα υποδοχέων D2 στο ραβδωτό σώμα σε άτομα με αυξημένο Δείκτη Μάζας Σώματος. Επιδημιολογικές μελέτες υποδεικνύουν ότι η αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας συνδέεται με την αύξηση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης τροφών όπως οι επεξεργασμένοι υδατάνθρακες. Αυτή η συσχέτιση δικαιολογείται εν μέρει από ορισμένους ερευνητές με την αυξημένη πρόσληψη λόγω μειωμένης απόκρισης στο σύστημα ανταμοιβής.
Απόσυρση
Εμφανίζεται σαν σύνδρομο στέρησης, τα σημεία του οποίου υποχωρούν με τη χορήγηση της ίδιας ή μιας πολύ σχετικής ουσίας. Τα διάφορα σύνδρομα ποικίλλουν μεταξύ των διαφόρων ουσιών, αλλά συχνά χαρακτηρίζονται από ψυχολογικές αλλαγές (άγχος, αυξημένη διέγερση), μαζί με φυσιολογικές αλλαγές όπως πτώση της θερμοκρασίας του σώματος. Μελέτες σε ζώα υποδεικνύουν νευροφυσιολογικές μεταβολές που συνδέονται με την απόσυρση από υψηλή σε σάκχαρα και λιπαρά διατροφή. Ψυχολογικές μεταβολές όπως αίσθημα θλίψης, άγχος, και ψυχοκινητική διέγερση έχουν αναφερθεί σε άτομα που περιορίζουν την κατανάλωση επεξεργασμένων τροφών. Υποστηρίζεται πως η ψυχολογική συνιστώσα του συνδρόμου απόσυρσης είναι πιο εμφανής από τη σωματική συνιστώσα.
Διάρκεια λήψης
Η ουσία χρησιμοποιείται συχνά σε μεγαλύτερες ποσότητες ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι αρχικά σχεδιαζόταν. Το κριτήριο αυτό σαφώς πληρούται στις περιπτώσεις επεισοδίων υπερφαγίας που χαρακτηρίζονται από κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τροφής με ταυτόχρονη αίσθηση απώλειας του ελέγχου. Παρουσία πληθώρας τροφών και υπερμεγεθών γευμάτων το ψυχολογικό χαρακτηριστικό της άρσης αναστολής είναι αυτό που σε μεγάλο βαθμό προβλέπει το ΔΜΣ, ενώ οι υπέρβαροι κα παχύσαρκοι έχει αποδειχθεί πως δείχνουν προτίμηση σε τροφές με υψηλά επίπεδα λιπαρών και υψηλή ενεργειακή σύσταση.
Ανεπιτυχείς προσπάθειες διακοπής
Σε καταστάσεις εθισμού υπάρχουν ανεπιτυχείς προσπάθειες διακοπής ή ελέγχου της χρήσης της ουσίας. Οι επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές δίαιτας μπορούν να εκληφθούν ως ένα ανάλογο του κυκλικού φαινομένου αποχής, απόσυρσης και επανέναρξης. Από τα πιο αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά του εθισμού είναι η έντονη επιθυμία για χρήση της ουσίας (craving) η οποία έχει συνδεθεί με την προσμονή της ανταμοιβής και την ενασχόληση με μια ουσία σε μοντέλα υποτροπής. Aναφέρεται στην προσδοκία ανταμοιβής που το άτομο θα βιώσει μετά τη χρήση της ουσίας. Η επαναλαμβανόμενη χρήση μιας ουσίας αυξάνει τη προσμονή. Σε ορισμένες μελέτες η στέρηση εύγευστων τροφών αυξάνει την έντονη επιθυμία για κατανάλωση ή και υπερκατανάλωσή τους. Νευροαπεικονιστικές μελέτες υποδεικνύουν τον ιππόκαμπο, τη νήσο και τον επικλινή πυρήνα ως κοινό τόπο εμφάνισης του φαινομένου τόσο στην κατανάλωση τροφής όσο και χρήσης ουσιών. Διαδικασίες μάθησης αλληλεπιδρούν με το κύκλωμα ανταμοιβής και καθιστούν ορισμένα άτομα περισσότερο ευάλωτα από άλλα.
Χρόνος ο οποίος αφιερώνεται
Στα πλαίσια του εθισμού θα πρέπει να αφιερώνεται πολύς χρόνος ώστε να εξασφαλιστεί η προμήθεια και η χρησιμοποίηση της ουσίας. Με μία πρώτη ματιά, το πρώτο μέρος του κριτηρίου ίσως να μην αφορά ακριβώς, καθώς πληθώρα τροφών είναι διαθέσιμες στο παχυσαρκιογόνο περιβάλλον. Όμως πώς ακριβώς ορίζεται η διαδικασία αναζήτησης της τροφής; Αφορά την πράξη της διαδικασίας απόκτησης και κατανάλωσης ή αφορά και τη σκέψη και το σχεδιασμό; Έχει αποδειχθεί πως οι σκέψεις αναφορικά με το φαγητό είναι πιο συχνές και πιο έντονες σε υπέρβαρα άτομα, ιδιαίτερα όταν αυτά βρίσκονται σε δίαιτα.
Επιπτώσεις
Μεγάλο ποσοστό από τις συστηματικές κοινωνικές, επαγγελματικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες διακόπτονται λόγω της χρήσης της ουσίας. Η κοινωνική απομόνωση είναι πολύ συχνή σε υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα όλων των ηλικιακών ομάδων. Επιπλέον, οι υπερφάγοι έχει φανεί πως και οι ίδιοι περιθωριοποιούν τον εαυτό τους ως αποτέλεσμα των πρακτικών κατανάλωση τροφής και της ψυχολογικής τους δυσφορίας. Τέλος, το Το κοινωνικό στίγμα που συνδέεται με την παχυσαρκία συμβάλλει ακόμη περισσότερο στην κοινωνική απομόνωση.
Συνεχιζόμενη χρήση
Η χρήση της ουσίας συνεχίζεται παρά την επίγνωση ότι ένα σωματικό ή ψυχολογικό πρόβλημα έχει δημιουργηθεί ή έχει επιδεινωθεί από τη συγκεκριμένη ουσία. Η συμμόρφωση με τις διατροφικές συμβουλές για τη διαχείριση βάρους είναι συνολικά πολύ κακή παρά τις γνωστές επιπτώσεις στην υγεία. Εκτός αυτού, η ποιότητα της ζωής επηρεάζεται επίσης αρνητικά και, σε ακραίες περιπτώσεις, αυτό επηρεάζει βασικές καθημερινές δραστηριότητες. Ακόμη και αν αναζητείται η ιατρική συμβουλή για να χάσουν βάρος, η συμμόρφωση στις οδηγίες έχει επίσης αποδειχθεί μη ικανοποιητική. Φαίνεται ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι σε θέση ή δεν επιθυμούν να εγκαταλείψουν τις αγαπημένες τους τροφές. Ακόμα και όταν η προσπάθεια είναι αποτελεσματική τα ποσοστά διατήρηση της απώλειας βάρους είναι χαμηλά.
Η κλίμακα εθισμού στις τροφές
Η κλίμακα εθισμού στις τροφές Yale (Yale Food Addiction Scale-YFAS) θεωρείται το πρώτο ερωτηματολόγιο για την περιγραφή και αξιολόγηση του φαινομένου. Είναι βασισμένη στα κριτήρια του DSM-IV για την εξάρτηση από ουσίες και εστιάζει στις διατροφικές συμπεριφορές ως ανάλογα κλασικών συμπεριφορών εθισμού. Εξετάζει με αυτόν τον τρόπο 25 διατροφικές συνήθειες κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Ενδεικτικά αναφέρουμε το «τρώω σε βαθμό να αισθάνομαι σωματικά άρρωστος", «είχα συμπτώματα στέρησης, όπως ανησυχία, άγχος, ή άλλα σωματικά συμπτώματα όταν απείχα από την κατανάλωση ορισμένων τροφίμων". Ευρήματα από μελέτες με τη χρήση της κλίμακα εθισμού στις τροφές υποδεικνύουν πως το φαινόμενο έχει σχεδόν διπλάσιο επιπολασμό στις γυναίκες, τριπλάσιο επιπολασμό σε υπέρβαρους-παχύσαρκους και 3,5 φορές μεγαλύτερο επιπολασμό σε κλινικούς πληθυσμούς με Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής σε σχέση με τον υγιή πληθυσμό.
Ο αντίλογος
v Ερευνητές υποστηρίζουν πως υπάρχουν σαφή μεθοδολογικά προβλήματα στο διαχωρισμό ηδονικής-ομοιοστατικής κατανάλωσης τροφής και αυτό καθώς δεν μπορεί να αποκλειστεί η ηδονική διαδικασία κατά την κατανάλωση τροφής ακόμα και όταν αυτή λαμβάνεται για ομοιοστατικούς λόγους.
v Η μεγάλη πλειοψηφία των μελετών βασίζονται σε αυτό-συμπληρούμενα ερωτηματολόγια.
v Υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές σε ό,τι αφορά τα νευροαπεικονιστικά ευρήματα στις διάφορες μελέτες και έτσι αυτά δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ισχυρά.
v Οι ερευνητές δεν έχουν καθορίσει ακριβώς σε ποιες ουσίες αναφέρονται όταν ομιλούν για εθισμό στις τροφές.
v Τα αποτελέσματα των ερευνών δεν είναι ιδιαίτερα σταθερά καθώς διαφαίνεται πως φαινόμενα ανοχής και απόσυρσης εμφανίζονται εντονότερα σε μελέτες σε ζώα από ό,τι σε ανθρώπους.
v Στις μελέτες σε κλινικούς πληθυσμούς με διαταραχή πρόσληψης τροφής (ΨΒ και Δ. Υπερφαγίας) δεν είναι δυνατόν να παραλείπεται η πυρηνική ψυχοπαθολογία των διατροφικών διαταραχών όπως η ανησυχία για την εικόνα σώματος και το βάρος.
Ένα ακόμα επιχείρημα των πολέμιων προς το μοντέλο εθισμού στις τροφές βασίζεται στο ερώτημα: «Πώς θα μπορούσε η τροφή να λογίζεται σαν μία ουσία κατάχρησης;». Η απάντηση που προέρχεται από τους υποστηρικτές του μοντέλου εθισμού είναι πως η πολύπλοκη επεξεργασία ορισμένων τροφών, θα μπορούσε να αναλογεί σε αυτήν παραγωγής οπίου από ένα φυσικό είδος παπαρούνας.
Οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις του μοντέλου εθισμού στην τροφή
Μελέτες οι οποίες εκπονούνται με σκοπό να διερευνήσουν την επίδραση του μοντέλου στην στάση των ανθρώπων απέναντι σε παχύσαρκους, υποδεικνύουν πως η αναφορά σε κλινικές περιπτώσεις παχύσαρκων ανθρώπων μέσα από τη σκοπιά της εξάρτησης, οδήγησε σε διαφορετική στάση σε ψυχοκοινωνικές παραμέτρους όπως λιγότερη στιγματοποίηση, απόδοση προσωπικής ευθύνης, ή απόδοση ψυχοπαθολογίας και σε καμία περίπτωση δεν οδήγησε σε μεγαλύτερη προκατάληψη προς τα παχύσαρκα άτομα, όπως κάποιοι ερευνητές υποστήριζαν αρχικά. Τα αποτελέσματα δείχνουν πως ενώ η κοινή γνώμη είναι πρόθυμη να αποδεχθεί εν μέρει την ύπαρξη μίας μορφής εθισμού σε ορισμένες τροφές και αναδεικνύει τη σημασία για υιοθέτηση πολιτικών δημόσιας υγείας δεν παραβλέπει ταυτόχρονα την προσωπική ευθύνη για αλλαγή.
Το παράδειγμα του καπνού
Υποστηρίζεται πως για χρόνια οι καπνοβιομηχανίες τόνιζαν τη προσωπική ευθύνη του καπνιστή και όχι την εταιρική ευθύνη για την ανάπτυξη εθιστικών προϊόντων. Αυτό καθυστέρησε τις όποιες αλλαγές στις πολιτικές δημόσιας υγείας. Τελικά εφαρμόστηκαν τολμηρές νομικές και πολιτικές αλλαγές στο περιβάλλον του καπνού (π.χ. φορολογία, όρια για την εμπορία και την πρόσβαση). Αντίστοιχα, οι αρχικές προσεγγίσεις για την παχυσαρκία επικεντρώθηκαν κυρίως σε ατομικούς παράγοντες κινδύνου (π.χ., γενετικούς, προσωπική ευθύνη, αλλαγή της ατομικής συμπεριφοράς) με σημαντικό αλλά αναμφισβήτητα περιορισμένο αντίκτυπο στη δημόσια υγεία. Μικρή προσοχή έχει δοθεί στο πώς η τεχνολογία και οι κανόνες στην επεξεργασία και εμπορία των τροφίμων μπορεί να αλληλεπιδρούν με τους πιθανούς παράγοντες κινδύνου για τη δημιουργία του φαινομένου εθισμού στις τροφές. Ακόμα και αν υπάρχει μία σαφώς πιο αδύναμη στοιχειοθέτηση σε σχέση με τις ψυχοτρόπες ουσίες, η αντιστοιχία αυτή θα μπορούσε να είναι σημαντική για τη δημόσια υγεία.
Βιβλιογραφία
- Avena NM, Hoebel BG. A diet promoting sugar dependency causes behavioral cross-sensitization to a low dose of amphetamine. Neuroscience. 2003; 122:17–20.
- Benton, D. The plausibility of sugar addiction and its role in obesity and eating disorders. Clinical Nutrition, 2010; 29, 288–303.
- Davis C, Strachan S, Berkson M. Sensitivity to reward: implications for overeating and overweight. Appetite. 2004; 42:131–8.
- DiLeone RJ, Taylor JR, Picciotto MR. The drive to eat: comparisons and distinctions between mechanisms of food reward and drug addiction. Nat Neurosci. 2012 Oct;15(10):1330-5.
- Duarte C, Alonso R, Bichet N, Cohen C, Soubrie P, Thiebot MH. Blockade by the cannabinoid CB1 receptor antagonist, rimonabant (SR141716), of the potentiation by quinelorane of foodprimed reinstatement of food-seeking behavior. Neuropsychopharmacology. 2004; 29:911–20.
- Epstein LH, Robinson JL, Temple JL, Roemmich JN, Marusewski A, Nadbrzuch R. Sensitization and habituation of motivated behavior in overweight and non-overweight children. Learn Motiv. 2008; 39:243–55.
- Gearhardt, AN., Corbin, WR., Brownell, KD., 2009. Preliminary validation of the YaleFood Addiction Scale. Appetite 52, 430–436.
- Hays NP, Bathalon GP, McCrory MA, Roubenoff R, Lipman R, Roberts SB. Eating behavior correlates of adult weight gain and obesity in healthy women aged 55–65 y. Am J Clin Nutr. 2001;75:476–83.
- Hernandez L, Hoebel BG. Food reward and cocaine increase extracellular dopamine in the nucleus accumbens as measured by microdialysis. Life Sci. 1988; 42:1705–12.
- Ifland JR, Preuss HG, Marcus MT, Rourke KM, Taylor WC, Burau K, et al. Refined food addiction: A classic substance use disorder. Medical hypotheses. 2009; 72:518–26.
- Koob GF, Moal ML. Drug Abuse: Hedonic Homeostatic Dysregulation. Science. 1997; 278:52–8.
- Koob GF. The neurobiology of addiction: a neuroadaptational view relevant for diagnosis.Addiction. 2006; 101 (Suppl 1):23–30.
- Latner JD1, Puhl RM2, Murakami JM3, O'Brien KS4. Food addiction as a causal model of obesity. Effects on stigma, blame, and perceived psychopathology. Appetite. 2014 Jun;77:77-82.
- Mela DJ, Sacchetti DA. Sensory preferences for fats: relationships with diet and body composition. Am J Clin Nutr. 1991; 53:908–15.
- Morreale SJ, Schwartz NE. Helping Americans eat right: developing practical and actionable public nutrition education messages based on the ADA Survey of American Dietary Habits. JAm Diet Assoc. 1995; 95:305–8.
- Pelchat ML, Johnson A, Chan R, Valdez J, Ragland JD. Images of desire: food-craving activation during fMRI. NeuroImage. 2004; 23:1486–93.123.
- Pursey KM, Stanwell P, Gearhardt AN, Collins CE, Burrows TL. The prevalence of food addiction as assessed by the Yale Food Addiction Scale: a systematic review.
- Spring B, Schneider K, Smith M, Kendzor D, Appelhans B, Hedeker D, et al. Abuse potential of carbohydrates for overweight carbohydrate cravers. Psychopharmacology. 2008; 197:637–47.
- Stunkard AJ, Messick S. The three-factor eating questionnaire to measure dietary restraint, disinhibition and hunger. J Psychosom Res. 1985; 29:71–83.
- Svetkey LP, Stevens VJ, Brantley PJ, Appel LJ, Hollis JF, Loria CM, et al. Comparison of strategies for sustaining weight loss: the weight loss maintenance randomized controlled trial.JAMA. 2008; 299:1139–48.
- Thomas MJ, Kalivas PW, Shaham Y. Neuroplasticity in the mesolimbic dopamine system and cocaine addiction. Br J Pharmacol. 2008; 154:327–42.
- Volkow,N.D.&O’Brien, C. P. Issues forDSM-V: should obesity be included as a brain disorder? Am. J. Psychiatry 2007;164, 708–710.
- Wang GJ, Volkow ND, Logan J, Pappas NR, Wong CT, Zhu W, et al. Brain dopamine and obesity.
- Will MJ, Pratt WE, Kelley AE. Pharmacological characterization of high-fat feeding induced by opioid stimulation of the ventral striatum. Physiology & behavior. 2006; 89:226–34.
- Wilson, G. T.. Eating disorders, obesity and addiction. European Eating Disorders Review, 2010; 18, 341–351.
- Ziauddeen, H., Farooqi, I. S., & Fletcher, P. C. Obesity and the brain: How convincing is the addiction model? Nature Reviews Neuroscience, 2012; 13, 279–286.